τειχοσκοπία

τειχοσκοπία
η, ΝΜΑ
1. η παρακολούθηση τών κινήσεων τού αντιπάλου από τα τείχη
2. σκηνή τής ραψωδίας Γ τής Ιλιάδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τεῖχος + -σκοπία (< -σκόπος < σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. οιωνο-σκοπία].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τειχοσκοπίας — τειχοσκοπίᾱς , τειχοσκοπία looking from the walls fem acc pl τειχοσκοπίᾱς , τειχοσκοπία looking from the walls fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Techniques theatrales — Techniques théâtrales Théâtre Par catégories Pers …   Wikipédia en Français

  • Techniques théâtrales — Les Techniques théâtrales sont des processus qui facilitent la représentation d une œuvre théâtrale. Elles incluent les pratiques qui améliorent la compréhension que le public aura de la mise en scène et du jeu des acteurs. Sommaire 1 Techniques… …   Wikipédia en Français

  • τείχος — Κτίσμα από διάφορα υλικά, που χρησιμεύει για την άμυνα των πόλεων ή κατοικημένων τόπων. Ήδη από τους προϊστορικούς οικισμούς υπήρχαν, για αμυντικούς σκοπούς, χαρακώματα και αναχώματα, αλλά πραγματικά τ. εμφανίζονται στην Ελλάδα κατά τη 2η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”